ATHENS DIALOGUES :

Δημοκρατία και Διακυβέρνηση: μια κραυγαλέα αντίφαση ή μια σχέση συγκερασμού

Citation:
Permalink:

Bookmark and Share

Δημοκρατία και Διακυβέρνηση: μια κραυγαλέα αντίφαση ή μια σχέση συγκερασμού;


Προδιάθεση: Δημοκρατία και Διακυβέρνηση: Από τη θεωρία του αλληλοαποκλεισμού στην πρόταση της αλληλοσυμπλήρωσης


1.1 
Στην παρούσα θα επιχειρηθεί να καταδειχθεί η σχέση δημοκρατίας και διακυβέρνησης.[1] Ο όρος διακυβέρνηση επιδέχεται πολλαπλών αναγνώσεων και μπορεί να προσλάβει διάφορες διαστάσεις.Είναι γεγονός, ότι συχνά η έννοια διακυβέρνηση παραπέμπει σε μια κατάσταση που απειλεί ή μπορεί να απειλήσει τη δημοκρατία με την κλασική της έννοια, [2] καθώς συνειρμικά/ εμπειρικά συνδέεται με την άσκηση της εξουσίας και την υποταγή στις αποφάσεις της, χωρίς προηγούμενη συμμετοχή στη σχετική διαδικασία λήψης των. Η θέση αυτή απορρέει από τη γενικότερη αντίληψη στα σύγχρονα αστικού τύπου έθνη – κράτη ότι πολιτική κοινωνία και κράτος δεν είναι ούτε δυνατό αλλ’ ούτε και θεμιτό να συμφύονται.

1.2 
Ωστόσο, στο δικαστήριο της αδέκαστης ιστορίας, αποδείχθηκε ότι κάθε σχεδόν αυταρχική διακυβέρνηση ήταν αναποτελεσματική ή θνησιγενής. Αντίστοιχα, κάθε δημοκρατικό καθεστώς του οποίου η παγίωση δε διασφαλιζόταν από μια ορθολογική διακυβέρνηση δεν κατόρθωνε να επιτύχει τους στόχους και να προασπίσει τις ελευθερίες και το δημόσιο συμφέρον που ευαγγελιζόταν.

Σύμπλεξη διακυβέρνησης και δημοκρατίας: το ιστορικό παράδειγμα των Αθηνών


2.1 
Στην αθηναϊκή πολιτεία των αρχαίων χρόνων « άπαντων γάρ αυτός αυτόν πεποίηκεν ο δήμος κύριον », Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία , ΧLI. Εκείνη η αυτοδύναμη και άμεση άσκηση κυριαρχίας από τον αθηναϊκό δήμο αναδεικνύει καταπληκτικά τη σχέση που θα μπορούσε να αναπτυχθεί μεταξύ διακυβέρνησης και δημοκρατικού καθεστώτος.

2.2 
Κύριο συστατικό της αθηναϊκής δημοκρατίας ήταν η συλλογική και αντιπροσωπευτική διακυβέρνηση. Η κρατική εξουσία ασκούνταν από και χάριν των πολιτών. Μέσα από πολυάριθμα συλλογικά σώματα και πολιτειακές αρχές, η διακυβέρνηση της πολιτείας των Αθηναίων συνιστούσε το απαύγασμα του δημοκρατικού πολιτεύματος. Το δικαίωμα, λόγου χάρη, του εκκλησιάζειν που προσνεμόταν σε κάθε ελεύθερο πολίτη σηματοδοτούσε τη (δικαιωματική αλλά και υποχρεωτική) συμμετοχή του στη λήψη των κρίσιμων αποφάσεων. Ο πολίτης κυβερνούσε και δίκαζε.[3] Επίσης, ποικίλοι θεσμοί αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας παρεμβάλλονταν και συμμετείχαν σε διάφορες πτυχές της διακυβέρνησης της αθηναϊκής πολιτείας: [4] συλλογικά όργανα, νόμιμα εκλεγμένα, όπως οι εννέα άρχοντες, οι έξι θεσμοθέτες, οι ένδεκα , η Βουλή, η εξ Αρείου Πάγου Βουλή και η προμνημονευθ είσα Εκκλησία του Δήμου.

2.3 
Το παράδειγμα των Αθηνών συνοψίζει τα κύρια γνωρίσματα μιας «καλής» διακυβέρνησης (τηρουμένων φυσικά των αναλογιών για τη διαφορετική πραγματικότητα που βιώνουμε σήμερα): συμμετοχή και συναπόφαση , έλεγχο από τη βάση , απόδοση ευθυνών .

Ενδυνάμωση της δημοκρατίας μέσω ειδικών μορφών διακυβέρνησης


3.1 
Κυριότερος στόχος της διακυβέρνησης σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα είναι η προστασία του δημόσιου συμφέροντος. Αυτό συνάγεται ερμηνευτικά και από το πνεύμα των ισχυουσών συνταγματικών διατάξεων αλλά και από ένα πλέγμα νομοθετικών ρυθμίσεων. Για παράδειγμα, στο ελληνικό δίκαιο: «όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού…» αρ. 1 παρ. 3 Συντ., «ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο Πρωθυπουργός, οι Υπουργοί ορκίζονται να υπηρετούν το γενικό συμφέρον» αρ. 33 παρ. 2 Συντ., άρθρα 9, 14, Ν. 1558/1985, «το Κράτος μεριμνά για την προστασία του γενικού συμφέροντος», αρ. 106 παρ. 1 Συντ. κ.ά.

3.2 
Σύμφωνα με τα ανωτέρω, στη συνταγματική έννομη τάξη η διακυβέρνηση αποσκοπεί στην πραγμάτωση της πλέον σπουδαίας αρχής που απορρέει από τη δημοκρατική αρχή, αυτή της προάσπισης του γενικού συμφέροντος. Επομένως, και το θετικό δίκαιο συνηγορεί υπέρ της θέσης ότι οι δύο έννοιες, η σχέση των οποίων αποτελεί τη θεματική του παρόντος πονήματος, είναι σχέση συγκερασμού, μιας και οι στοχοθεσίες τους ταυτίζονται.

3.3 
Τα συστήματα διακυβέρνησης, που συνιστούν τις ειδικότερες – τεχνικές δομές πολιτειακής οργάνωσης που οικοδομούνται σε εκάστοτε κράτος δύνανται να επιτελέσουν σημαντική λειτουργία στην προσπάθεια ενίσχυσης του δημοκρατικού πολιτεύματος. Έτσι, αναμφίβολα, η λαϊκή κυριαρχία πραγματώνεται όταν επιλέγεται το αποκεντρωτικό σύστημα (αρ. 101 παρ. 1 Συντ.). Γιατί, όταν η κρατική εξουσία πολυμερίζεται, τότε μόνον μπορεί να ανταποκριθεί ο κυβερνητικός προγραμματισμός στον σκοπό του, δηλαδή στην ισόρροπη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη του λαού.[5]

3.4 
Ένα τέτοιο σύστημα που συνάδει προς τις αρχές της εγγύτητας και της επικουρικότητας, σύμφωνα με τις οποίες οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται στο πλέον κοντινό στον πολίτη επίπεδο, επέχει θέση αναγκαίας συνθήκης για τη εμβάθυνση στη δημοκρατία. Και αυτό, διότι η αποκέντρωση, με τη μορφή φερ’ ειπείν των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, ενθαρρύνει τη συμμετοχή των πολιτών στα κοινά, αλλά και διασφαλίζει την προστασία του δημόσιου συμφέροντος που είναι θεμελιώδες στη δημοκρατία, δοθέντος ότι κρίνουν για τις τοπικές υποθέσεις εκείνοι που γνωρίζουν καλύτερα για αυτές αλλά και αυτοί που πρώτοι θα επηρεαστούν από τις σχετικές αποφάσεις. Επιπρόσθετα, ένα τέτοιο σύστημα συμβάλλει στην αντιπροσώπευση των κατά τ’ άλλα υπο-αντιπροσωπευόμενων σε εθνικό επίπεδο μειονοτικών ομάδων. [6] Έτσι, μια θρησκευτική μειονότητα που αντιστοιχεί σε πολύ μικρό ποσοστό του συνολικού πληθυσμού αλλά αποτελεί σημαντικό τμήμα ενός συγκεκριμένου δήμου ή περιφέρειας, μπορεί να εισακουστεί και να συμμετάσχει στη διαδικασία λήψης αποφάσεων για τα του οίκου της. Αντίθετα, αν εκπροσωπείτο μόνο π.χ. στο εθνικό Κοινοβούλιο, όντας μειοψηφία, θα δεσμευόταν από τις άδικες ή εσφαλμένες, ενδεχομένως, κρίσεις της πλειοψηφίας.

3.5 
Επίσης, σήμερα παρατηρείται το φαινόμενο της γιγάντωσης των αρμοδιοτήτων με τις οποίες εξοπλίζονται τα όργανα που ασκούν τη διοικητική λειτουργία. Μια τέτοια εξέλιξη στη δομή της διακυβέρνησης, εντούτοις, δε συνεπάγεται άνευ ετέρου απομάκρυνση από το δημοκρατικό πολίτευμα.

3.6 
Απεναντίας, η ενίσχυση των εξουσιών που αναλαμβάνονται να ασκηθούν στο πλαίσιο της διακυβέρνησης, μπορεί να οδηγήσει στην καλύτερη εφαρμογή της δημοκρατικής αρχής.[7] Και πράγματι περισσότερες αρμοδιότητες στα όργανα της διακυ βέρνησης δύνανται να συνεισφέρουν, όπως εύστοχα έχει διατυπωθεί, στην εμβάθυνση στην «κοινωνική και οικονομική δημοκρατία». Επιπλέον, μια τέτοια διεύρυνση των πεδίων που ελέγχουν και στα οποία ενεργούν οι φορείς της διακυβέρνησης συχνά καθίσταται αναπόφευκτη, καθώς ενίοτε συνιστά προσαρμογή του δημοκρατικού πολιτεύματος στις κοινωνικές αλλαγές και στις οικονομικές εξελίξεις που επισυμβαίνουν.

3.7 
[ Βλ.πίνακα 1 δεξιά [8] .]

Νομιμοποίηση της διακυβέρνησης λόγω της δημοκρατίας


4.1 
Ο λαός και η βούλησή του αποτελούν στη δημοκρατία «κέντρο νομιμοποιημένης αναγωγής» [9] όλων των κρατικών αποφάσεων. Μια πράξη διακυβέρνησης λογίζεται θεμιτή και νομιμοποιημένη όταν φέρει την εγγύηση ότι προέρχεται από τη βούληση του λαού την οποία θεωρείται ότι απαρέγκλιτα εκφράζει.

4.2 
Χωρίς έναν τέτοιο τίτλο νομιμοποίησης των αποφάσεων της κρατικής εξουσίας, η διακυβέρνηση στερείται προοπτικής, καθίσταται θνησιγενής, καθώς εύκολα θα ανατραπεί κατόπιν μιας έκρηξης της λαϊκής δυσαρέσκειας. Ο εκδημοκρατισμός της διακυβέρνησης είναι, συνεπώς, η ύπατη βαλβίδα εκτόνωσης της λαϊκής αποδοκιμασίας απέναντι σε οποιαδήποτε επιχειρούμενη κρατική ενέργεια, καθιστώντας την (τη διακυβέρνηση) σαφώς πιο αποτελεσματική. Ζητούμενο, λοιπόν, για μια διακυβέρνηση με εχέγγυα ευθυκρισίας και ορθότητας των λαμβανομένων αποφάσεων, η πρωταρχικότητα της λαϊκής βούλησης κατά την άσκηση της κρατικής εξουσίας.

4.3 
Αυτή η λογική αποτυπώθηκε στο ελληνικό Σύνταγμα, περιβαλλόμενη με δεσμευτική ισχύ. Προκύπτει, μεταξύ άλλων, από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 1 παρ. 2 Συντ., 52 Συντ. και 120 Συντ.[10] Έτσι, η νόθευση του πυρήνα της δημοκρατίας, της λαϊκής κυριαρχίας, είναι δικαστικά ελέγξιμη.Αν κατά παράβαση των διατάξεων του κεφαλαιώδους νόμου του κράτους, του Συντάγματος, θεσπιστεί νόμος που να αποστερεί από το λαό τις ύψιστες εξουσίες που του αναγνωρίζονται εντός του πολιτεύματος, αυτός ο νόμος θα παραμείνει ανεφάρμοστος [11] από τα Δικαστήρια κατόπιν του υποχρεωτικού ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων.[12] Αλλά και κάθε πράξη της διοίκησης, της εκτελεστικής εξουσίας, που δεν συνάδει προς την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας θα ακυρωθεί, καθόσον δεν ερείδεται στο Σύνταγμα (αρνητικό περιεχόμενο λαϊκής κυριαρχίας).

4.4 
Όμως η λαϊκή κυριαρχία, ως θεμέλιο της δημοκρατίας, έχει και θετικό περιεχόμενο. Γιατί επιτάσσει να «συνδέεται η άσκηση της πολιτικής εξουσίας (και άρα και η διακυβέρνηση) με την ύπαρξη αντίστοιχης πολιτικής ευθύνης απέναντι στον κυρίαρχο λαό».[13] Πρόκειται για την αρχή της υπεύθυνης διακυβέρνησης (responsible governance) [14] ως ειδικότερη εκδήλωση της δημοκρατικής αρχής.

4.5 
Η ιδεώδης διακυβέρνηση πρέπει και μπορεί να βασίζεται σε θεσμούς όχι μόνο αντιπροσωπευτικής αλλά και άμεσης δημοκρατίας.Τέτοιοι θεσμοί, [15] όπως το δημοψήφισμα (referendum) και η λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία δύνανται να συμβάλλουν στην ορθή διακυβέρνηση πολλαπλά: οδηγούν συνήθως σε ορθότερες αποφάσεις, καθώς αποφασίζουν οι ίδιοι οι πολίτες για το μέλλον τους (ενισχύοντας την αυτοδιάθεση του δήμου), παρέχουν ισχυρή νομιμοποίηση στην εκτελεστική εξουσία να υλοποιήσει τις αποφάσεις και δη με μικρό πολιτικό κόστος.[16] Επίσης, συντελεί στην εξάλειψη φαινομένων διαφθοράς, κατά τα οποία αποφάσεις λαμβάνονται με ελατήρια της βούλησης ιδιοτελή και με διαδικασίες αδιαφανείς. Η διακυβέρνηση εκδημοκρατίζεται, ελέγχεται αποτελεσματικότερα και κατευθύνεται άμεσα και in concreto από τη βούληση του λαού.

Αιτία της νοσηρούς διακυβέρνησης το δημοκρατικό της έλλειμμα


5.1 
Αντίστροφα, η γενεσιουργός αιτία της παθογένειας της διακυβέρνησης πρέπει να αναζητηθεί στην έλλειψη δημοκρατικής αντιπροσώπευσης. Όπως έχει εύστοχα διατυπωθεί, «οι κανόνες συμπεριφοράς στη δημόσια σφαίρα αρχίζουν να χάνουν τον αποκλειστικό – ειδοποιητικό χαρακτήρα τους και καλούνται να συμμορφώνονται ολοένα και περισσότερο με τους κανόνες που διέπουν τη μεγιστοποιητική – ορθολογική επιλογή… η εξατομικευμένη εργαλειακή ορθολογικότητα φαίνεται να βασιλεύει παντού».[17]

5.2 
Φαινόμενα νοσηρούς διακυβέρνησης, όπως η διαφθορά που καλά κρατεί, οφείλονται εν πολλοίς σε πολιτικά συστήματα και μορφές διακυβέρνησης που απομακρύνονται από τη δημοκρατική αρχή και η λειτουργία τους δε χαρακτηρίζεται από ευρεία συμμετοχικότητα, αλλά από ελλιπή αντιπροσώπευση των κυβερνωμένων. Εξάλλου, η ανατομία της διακυβέρνησης, του θεσμού δηλαδή λήψης αποφάσεων από την πολιτική εξουσία και της μετέπειτα εφαρμογής τους, θα καταδείκνυε ακριβώς αυτό: παρότι ψευδεπίγραφα ακολουθείται διαδικασία αμιγώς δημοκρατική, στην πραγματικότητα οι κρίσιμες αποφάσεις λαμβάνονται από ένα ή, πάντως, λίγα πρόσωπα, τα οποία δεσμεύουν, λόγω της παθογένειας του πολιτικού συστήματος, την πολιτική βούληση της πλειοψηφίας.

5.3 
Ο εκφεουδαρχισμός της πολιτικής [18] που κατευθύνει τις προτεραιότητες και τις ενέργειες της διακυβέρνησης, καθιστά την τελευταία θεσμό εμπέδωσης της κλεπτοκρατίας. Έτσι, σε μια ιδιωτική δημοκρατία μόνο μια ιδιοτελής διακυβέρνηση μπορεί να υπάρξει.

Αντί επιλόγου: Τι δέον γενέσθαι; Πλήρης εκδημοκρατισμός της διακυβέρνησης


6.1 
«πολιτεία γαρ τροφή ανθρώπων εστί, καλή μεν αγαθών, η δε εναντία κακών»
Μενέξενος, 238 β-239 α


6.2 
Ο τερματισμός του κρατικού μονοπωλίου της διακυβέρνησης προϋποθέτει ένα σύστημα το οποίο: [19]

6.3 
  • Ενθαρρύνει τη συμμετοχή των πολιτών στη λήψη των αποφάσεων (λ.χ. με θεσμούς άμεσης και αντιπροσωπευτικής κατά περίπτωση δημοκρατίας).
  • Επιχειρεί να επιτυγχάνει ευρείες συναινέσεις (consensus).
  • Εγγυάται τη διαφάνεια της όλης διαδικασίας και την απόδοση ευθυνών.
  • Εισακούει τις ανάγκες, τα αιτήματα και παράπονα των πολιτών και ενεργεί κατάλληλα προς τον σκοπό αυτό.
  • Είναι αποκεντρωμένη και βασίζεται στην αρχή της επικουρικότητας.
  • Δρα μετερχόμενη την αρχή της ισότητας (ισότητα εντός και δια του νόμου). Δεν αποκλείονται από τη συμμετοχικότητα στη λήψη αποφάσεων πληθυσμιακές ομάδες, ιδίως αυτές που είναι φύσει πιο ευάλωτες ή περιθωριοποιημένες.


6.4 
Καταληκτικά πρέπει να επισημανθεί το αυτονόητο, ότι εκδημοκρατισμός της διακυβέρνησης δε σημαίνει την επιβολή σε όλους της κυριαρχικής βούλησης της πλειοψηφίας. Θα στερείτο νοήματος το όλο εγχείρημα αν δεν προασπίζονταν αποτελεσματικά τα δικαιώματα και οι ελευθερίες των μειοψηφιών, αν αυτές δε διέθεταν φωνή και δεν τους προσδιδόταν ο δέων σεβασμός. Εκδημοκρατισμένη διακυβέρνηση, άλλωστε, δε σημαίνει παρά το δικαίωμα ουσιαστικής συμμετοχής σε όλους ανεξαιρέτως.

Bibliography


Miaille, Μ. 1983. Το Κράτος του Δικαίου: εισαγωγή στην κριτική του συνταγματικού δικαίου.

Αναστασιάδης, Γ. (επιμ.). 1999. Ιστορία των σύγχρονων πολιτικών θεσμών της Ευρώπης. Προσεγγίσεις στην ιστορική πορεία της Φιλελεύθερης Δημοκρατίας.

Βενιζέλος, Ευ. 2008. Μαθήματα συνταγματικού δικαίου, 2η έκδοση.

Καράκωστας, Β. 2006. Το Σύνταγμα: ερμηνευτικά σχόλια – νομολογία.

Μανιτάκης, Α. 2007. Συνταγματική οργάνωση του κράτους, 2η έκδοση.

Νάκος, Γ. 1991. Ιστορία ελληνικού και ρωμαϊκού δικαίου.

Τσουκαλάς, Κ. – Καφετζής, Τ. 2008. Περί πολιτικής διαφθοράς, ΕΕΠΕ 31.

Τάχος, Α. 2008. Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο, 9η έκδοση.

Χρυσόγονος, Κ. 2009. Ιδιωτική Δημοκρατία: από τις πολιτικές δυναστείες στην κλεπτοκρατία.

Χρυσόγονος, Κ. 2003. Συνταγματικό Δίκαιο.

Brusis, Martin – Thiery, Peter. 2005. Democracy and Governance: exploring the scope for institutional reforms, Strategy Paper for the transformation conferences, Center for Applied Policy Research, University of Munich.

http://bertelsmann-transformation-index.de/fileadmin/pdf/Brusis_Thiery-Strategy_Paper.pdf

Pierre, Jon (edit.),2000, Debating governance: authority, steering and democracy, Oxford University Press.

Powley, Elizabeth - Sanam Naraghi Anderlini, Democracy and Governance, http://www.huntalternatives.org/download/30_democracy_governance.pdf

USAID Center for Democracy and Governance. 1998. Democracy and Governance: a Conceptual Framework. Και στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.usaid.gov/our_work/democracy_and_governance/publications/pdfs/pnacd395.pdf

Footnotes


Note 1
Ως διακυβέρνηση νοείται η διάρθρωση της νομοθετικής και εκτελεστικής λειτουργίας του κράτους, Μ. Miaille, Το Κράτος του Δικαίου: εισαγωγή στην κριτική του συνταγματικού δικαίου , 1983, σελ. 265. Βλ. επίσης Γ. Αναστασιάδη (επιμ.), Ιστορία των σύγχρονων πολιτικών θεσμών της Ευρώπης , 1999, σελ. 61 passim. Κατ’ άλλη δε διατύπωση μορφή διακυβέρνησης είναι ο συστηματικός τρόπος οργάνωσης και άσκησης των απορρεουσών από την κυριαρχία εξουσιών, Α. Μανιτάκης, Συνταγματική οργάνωση του κράτους , Β’ έκδοση, 2007 σελ. 191. Μια εξωνομική σύλληψη της έννοιας αυτής, την αποδίδει ως τη διαδικασία λήψης (ή μη) αποφάσεων με φορέα κατά κύριο λόγο την κυβέρνηση αλλά με ταυτόχρονη άσκηση επιρροής από ΜΚΟ, την πολιτική κοινωνία, θρησκευτικούς και στρατιωτικούς παράγοντες κλπ, Powley/Anderlini, Democracy and Governance , 2004. Οι ειδικότερες μορφές της στον τρέχοντα τύπο κράτους, τον φιλελεύθερο, διακρίνονται: α. στο κοινοβουλευτικό σύστημα, το οποίο είναι και το ισχύον στην Ελλάδα και β. στο προεδρικό σύστημα.


Note 2
Hirst P., σε συλλ. έργο υπό επιμέλεια Pierre Jon, Debating governance: authority, steering and democracy , 2000, Oxford University Press, σελ. 13.


Note 3
Επί παραδείγματι, στην Εκκλησία του Δήμου ήλεγχε για της επιχειροτονίας τις πράξεις των αρχόντων, διακρίβωνε τη βασιμότητα των εισαγγελιών , επιλαμβανόταν των «προβολών», υλοποιούσε τις αποφάσεις της οστρακοφορίας κλπ. Αναλυτικότερα, Νάκου Γ., Ιστορία ελληνικού και ρωμαϊκού δικαίου , 1999, σελ. 132.


Note 4
Εκτενώς, Γ. Νάκου, ό.π., σελ. 122 passim.


Note 5
Τάχος Αν., ό.π., σελ. 230.


Note 6
Brusis Martin / Thiery Peter, Democracy and Governance: exploring the scope for institutional reforms , 2005, σελ. 20.


Note 7
Τάχος Αν., Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο , 9η έκδοση, 2009, σελ. 24.


Note 8
Brusis Martin / Thiery Peter, Democracy and Governance: exploring the scope for institutional reforms , 2005, σελ. 22.


Note 9
Μανιτάκης Α., ό.π., σελ. 210.


Note 10
Αναλυτικότερα, Καράκωστα Β., Το Σύνταγμα , 2006, σελ. 9.


Note 11
Για το θεσμό του ελέγχου της (αντι-)συνταγματικότητας του νόμου βλ. αντί άλλων, Βενιζέλος Ευ., Μαθήματα συνταγματικού δικαίου , 2η έκδοση, 2008, σελ. 233 passim.


Note 12
Έτσι, ΣτΕ 1934/1998 Ολ., ΤοΣ 1998.598 για την ανάθεση δημόσιας εξουσίας (αστυνομικής φύσης καθηκόντων) σε ιδιώτες.


Note 13
Κ. Χρυσόγονος, Συνταγματικό Δίκαιο , 2003, σελ. 249.


Note 14
Βλ. Κ. Χρυσόγονου, ό.π., σελ. 249 όπου παραπέμπει περαιτέρω σε R. Bäumlin, Demokratie , σε EvStL 1975, στήλες 464-5.


Note 15
Βενιζέλος, ό.π., σελ. 356 passim.


Note 16
Βλ. και USAID Center for Democracy and Governance, Democracy and Governance: A Conceptual Framework , 1998, σελ. 29, όπου παρατηρείται «η διαδικασία διακυβέρνησης είναι τελικά πιο νομιμοποιημένη όταν εμποτίζεται με δημοκρατικές αρχές, όπως αυτές τη διαφάνειας, της πολυφωνίας, της συμμετοχής πολιτών στη λήψη των αποφάσεων, της αντιπροσώπευσης, της απόδοσης ευθυνών».


Note 17
Κ. Τσουκαλάς / Τ. Καφετζής, Περί πολιτικής διαφθοράς , ΕΕΠΕ 31 (2008), σελ. 45.


Note 18
Για τη σχετική ανάλυση της έννοιας, βλ. Κ. Χρυσόγονου, Ιδιωτική Δημοκρατία , 2009, σελ. 220.


Note 19
Βλ τη σχετική ενδιαφέρουσα απαρίθμηση των Powley/Anderlini, ό.π., σελ. 37.






Πίνακας 1